1.5.09

ΜΕΡΑ ΜΑΓΙΟΥ ΜΟΥ ΜΙΣΕΨΕΣ ...















Αλέκος Παναγούλης - 33 χρόνια από το "ατύχημα" ...

Στη χώρα μας επέζησε ως οδόσημο σε πολιτείες και κωμοπόλεις, αλλά χωρίς την αίγλη εκείνη, αλλιώς: την αλώ που θα έπρεπε να υπάρχει σαν φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι, με το βέρο μουστάκι της παλικαριάς, του πρωταγωνιστή αυτού του αντιδικτατορικού αγώνα. (Σήμερα θα ονομαζόταν σκέτα «τρομοκράτης».)

Διότι αν είχε καταφέρει τότε, στις 13 Αυγούστου του 1968, να βγάλει απ' τη μέση τον δικτάτορα Παπαδόπουλο (ξαστόχησε λόγω έλλειψης χρημάτων να προμηθευτεί τον καλύτερο δυναμίτη), ούτε Πολυτεχνείο θα είχαμε ούτε θα χανόταν η μισή Κύπρος.
Γιατί ο Παναγούλης απ' την Κύπρο ξεκίνησε, όπως κι ο αξιωματικός του ελληνικού στρατού αδελφός του Γιώργος (που τον φάγαν, οι «χουνταίοι» στο πλοίο της επιστροφής, σαν τον Νικηφόρο Μανδηλαρά) και στην Κύπρο θα επέστρεφε μόλις ολοκληρωνόταν η απόπειρά του. Αλλά είχε τύχη βουνό ο Παπαδόπουλος και τη γλίτωσε για κλάσματα δευτερολέπτου.

Ηταν πράος, μειλίχιος, διόλου επαναστατικός, όπως θα φανταζόταν κανείς αυτόν που είπε στο στρατοδικείο: «Το ωραιότερο κύκνειο άσμα για κάθε μαχητή της δημοκρατίας είναι ο ρόγχος του μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα».
Αυτός που δύο φορές κατάφερε να δραπετεύσει από τα «λευκά κελιά» της χούντας, χάρη στον θαυμασμό των δεσμοφυλάκων του, αλλά που προδόθηκε πάλι δύο φορές, από τους «φίλους».
Είχε τυπώσει τις δύο ποιητικές συλλογές του «Συνεχίστε» και «Μπογιά».
Και τι πλακατζής που ήταν! Ο πατέρας της Φαλάτσι είχε στη Φλωρεντία το περίφημο κρασί «Chianti». Πρωτοχρονιά του '74 θα άνοιγε ένα τέτοιο κρασί, από το 1880, προς τιμήν του. Ο Αλέκος κατέβηκε στην κάβα τού πατρός Φαλάτσι, το ήπιε, έπειτα το γέμισε με ένα κοινότατο κόκκινο, το σφράγισε (ήξερε από εκρηκτικά) και όταν η οικογένεια το έπινε προς τιμήν του, πέταξε τη ρουκέτα: Αυτό που πίνετε είναι ερζάτς, το πρωτότυπο το ήπια το απόγευμα. Κάτι που η Οριάννα ποτέ δεν του συγχώρεσε.
Βρέθηκα κάποτε σε μια επαρχιακή πόλη, στη διασταύρωση των οδών Γρηγορίου Λαμπράκη και Αλέξανδρου Παναγούλη. Εκανα τον τουρίστα. Και ρωτώ έναν νεαρό, «Τι σημαίνουν αυτά τα ονόματα;». «Δεν ξέρω», μου απάντησε. «Ισως είναι Ελληνες εφοπλιστές».

Θα ήθελα να τελειώσω αυτή τη σύντομη αναδρομή, παραθέτοντας ολόκληρο το ποίημα του Παναγούλη «Η Μπογιά».

Η ΜΠΟΓΙΑ

Ζωντάνεψα τους τοίχους
Φωνή τους έδωσα
Πιο φιλική να είναι συντροφιά
Κι οι Δεσμοφύλακες ζητούσαν
να μάθουνε πού βρήκα τη μπογιά

Οι τοίχοι του κελιού
το μυστικό το κράτησαν
κι οι μισθοφόροι ψάξανε παντού
όμως μπογιά δεν βρήκαν
Γιατί στιγμή δεν σκέφτηκαν
στις φλέβες μου να ψάξουν!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΣΤΙΑ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ !

ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΚΟΛΑ ΣΜΑΛΙΟ